Όπως επισημαίνει η κυβέρνηση, «μέχρι σήμερα, οι φορολογούμενοι που είχαν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το δημόσιο, ακόμη και να είχαν ενταχθεί στη ρύθμιση δεν είχαν καμία προστασία

από τις κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων. Με το νόμο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, η εφορία μπορούσε να προχωρά σε κατασχέσεις λογαριασμών, κινητής και ακίνητης περιουσίας, ακόμη και όταν οι οφειλέτες ήταν συνεπείς και πλήρωναν κανονικά τις δόσεις τους».

«Επίσης με τη ρύθμιση της κυβέρνησης Τσίπρα, η εφορία μπορούσε να υποθηκεύει και τα περιουσιακά στοιχεία των συνυπόχρεων (συγγενών κλπ), αλλά και όσων εμφανίζονταν ως εγγυητές του φορολογούμενου. Για το λόγο αυτό, μέσα στον περασμένο Ιούνιο, είχε εκδοθεί και διευκρινιστική εγκύκλιος από την τότε ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, στην οποία τονίζονταν πως η υπαγωγή των ληξιπρόθεσμων οφειλών στις ρυθμίσεις που είχε φέρει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, δεν ανέστελλε το μέτρο της κατάσχεσης απαιτήσεων του οφειλέτη εις χείρας τρίτων».

Σήμερα ωστόσο, με τη νέα ρύθμιση που έφερε η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, η εφορία δεν θα μπορεί να προχωρά σε κατασχέσεις και για τους συνεπείς οφειλέτες. Με το νέο φορολογικό που κατατέθηκε χθες και θα ψηφιστεί στις αρχές της εβδομάδας, για όποιον ενταχθεί στη ρύθμιση αναστέλλεται πλέον η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων.

Ταυτόχρονα, οι οφειλέτες που έχουν υπαγάγει τις οφειλές τους σε ρύθμιση κατά την έναρξη ισχύος του νέου νόμου, θα μπορούν να ζητήσουν την εκ νέου ρύθμιση των οφειλών τους μέχρι την καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή της αίτησης. Πέραν των φυσικών προσώπων όμως, νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα με βασική οφειλή έως 1 εκατ. ευρώ, θα έχουν επίσης όφελος από τη νέα ρύθμιση. 

Οι βασικές βελτιώσεις που αφορούν επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα είναι οι εξής:

• Το ελάχιστο ποσό της μηνιαίας δόσης πέφτει από τα 30 στα 20 ευρώ, ενώ το επιτόκιο μειώνεται από 5% σε 3% και ισχύει για όλες τις ανεξόφλητες δόσεις της ρύθμισης μετά την παρέλευση διμήνου από την ψήφιση του νόμου.

• Διευρύνεται η ρύθμιση, σε έως και 120 δόσεις, με την υπαγωγή σ’ αυτή όλων των νομικών προσώπων που έχουν βασική οφειλή (δηλαδή το σύνολο των βεβαιωμένων οφειλών χωρίς προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής) μέχρι 1 εκατ. ευρώ. Παράλληλα έχουν ισχυρό κίνητρο να επιλέξουν μικρότερο αριθμό δόσεων για να κερδίσουν μεγάλη μείωση των προσαυξήσεων και των τόκων ως εξής:

* 100% εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ
* 95% εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 2 έως 4 μηνιαίες δόσεις
* 85% εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 5 έως 12 μηνιαίες δόσεις
* 80% εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 13 έως 24 μηνιαίες δόσεις
* 75% εάν η οφειλή εξοφληθεί σε 25 έως 36 μηνιαίες δόσεις.
* 45% εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 37 έως 48 μηνιαίες δόσεις
* 30% εφόσον η οφειλή εξοφλείται σε 49 έως 60 δόσεις
* 20% για 61 έως 72 μηνιαίες δόσεις
* 10% εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 97 έως 120 δόσεις.

Στα παραπάνω ποσοστά συμπεριλαμβάνεται το ποσοστό 10% που προβλέπεται κατά την ένταξη στη ρύθμιση. Ο οφειλέτης μάλιστα, θα μπορεί σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης, να επιλέξει την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, με ταυτόχρονη απαλλαγή επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων σε ποσοστό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά επιλέγονται.

• Εφόσον κατά την ένταξη στη ρύθμιση, ο οφειλέτης προκαταβάλει ποσό τουλάχιστον διπλάσιο της μηνιαίας δόσης της ρύθμισης, θα λαμβάνει ισόποση απαλλαγή επί των συνολικών προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής. Αυτό θα αποτελέσει και το κίνητρο για να αποπληρώσουν τις οφειλές τους οι πολίτες, σε όσο γίνεται λιγότερες δόσεις.

• Στους οφειλέτες που έχουν ήδη προβεί στη ρύθμιση των οφειλών τους με το παλιό θεσμικό πλαίσιο παρέχεται η δυνατότητα να επιλέξουν, εφόσον το επιθυμούν, να υπαχθούν στις ρυθμίσεις του νέου θεσμικού πλαισίου.

• Στη ρύθμιση εισάγονται οφειλές που βεβαιώνονται εντός του 2019 εφόσον η προθεσμία για την υποβολή της δήλωσης ήταν μέχρι 31.12.2018.