Τι συμβαίνει στη Γερμανία; Το ερώτημα προβάλλει όλο και πιο πιεστικό,

καθώς στην πιο ισχυρή χώρα της Ευρώπης η υγειονομική κρίση αποκάλυψε την πραγματική αιτία των προβλημάτων: Αποδείχθηκε πως η πολυφωνία των 16 κρατιδίων ήταν ειδυλλιακή μόνο σε καιρό ειρήνης. Αλλά τώρα έχουμε πόλεμο. Πρώτη απ’ όλους το αναγνώρισε η ίδια η καγκελάριος…

Με πάνω από 75.000 νεκρούς από τον κορωνοϊό, με προβλήματα στους εμβολιασμούς, με αντικρουόμενες δικαστικές αποφάσεις - πολλές από τις οποίες καταργούν τα μέτρα -  και με την κ. Μέρκελ να παίρνει μια απόφαση και την επομένη να ζητά συγγνώμη, ο δρόμος για τις εκλογές του Σεπτεμβρίου έχει γεμίσει αγκάθια.

Την Παρασκευή, 26 Μαρτίου, η είδηση έπεσε σαν βόμβα. Είχε προηγηθεί η υπερψήφιση από την  Μπούντεσταγκ του νόμου για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης ύψους 750 δις ευρώ και εκείνη την ημέρα η Μπούντεσρατ, η Άνω Βουλή, είχε επίσης ανάψει το πράσινο φως.

Εκείνη ακριβώς την ημέρα το Συνταγματικό Δικαστήριο, στο οποίο έχει προσφύγει μια ένωση που αποκαλείται «Συμμαχία για τη Λαϊκή Βούληση», έκανε δεκτά τα ασφαλιστικά μέτρα και κάλεσε με απόφασή του τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να μην υπογράψει την επικύρωση του νόμου έως ότου εξεταστεί η προσφυγή!

Σύμφωνα με τους προσφεύγοντες το γερμανικό Σύνταγμα απαγορεύει στη χώρα να αναλαμβάνει το βάρος του χρέους άλλων χωρών. Την ίδια άποψη έχει και η γερμανική ακροδεξιά, το AfD, που επίσης έχει ανακοινώσει ότι προτίθεται να προσβάλει το Ταμείο ως αντισυνταγματικό.

Δηλαδή, η Γερμανία, δια της κ. Μέρκελ, έχει συναποφασίσει για την δημιουργία αυτού του ευρωπαϊκού Ταμείου και ξαφνικά το Συνταγματικό της Δικαστήριο το μπλοκάρει!

Η απόφαση αυτή αποτελεί το αποκορύφωμα μιας κατάστασης που έχει οδηγήσει τα πράγματα εκτός ελέγχου. Είναι αυτό το τελευταίο κομμάτι ενός ταραχώδους παζλ που μετατρέπει τη χώρα από παράγοντα λύσης στο σημαντικότερο μέρος του προβλήματος για όλη την Ευρώπη.

«Ήταν δικό μου λάθος. Δεν μπορώ να κάνω τα πάντα»

Στις 23 Μαρτίου, μετά από μια θυελλώδη και πολύωρη συνεδρίαση της καγκελαρίου με διαφωνίες που κινούνταν μεταξύ των πασχαλινών διακοπών στη Μαγιόρκα και της κατάστασης στα σχολεία και που έφτασε στο σημείο να διακοπεί, τελικά οι πρωθυπουργοί των κρατιδίων συμφώνησαν: Αποφασίστηκε το πιο σκληρό λοκντάουν για την εβδομάδα του Πάσχα, που κατ’ ευφημισμόν ονομάστηκε «εβδομάδα ανάπαυσης». Όλα κλειστά, ακόμη και τα σουπερμάρκετ. Και παράταση του λοκντάουν ως τις 18 Απριλίου.

Την επομένη, η κ. Μέρκελ συγκάλεσε και πάλι σε νέα έκτακτη τηλεδιάσκεψη τους πρωθυπουργούς των κρατιδίων και ανακοίνωσε την κατάργηση των μέτρων ζητώντας συγγνώμη. «Φέρω γι’ αυτό την πλήρη ευθύνη», είπε. «Ήταν δικό μου λάθος. Η εμπειρία λέει πως όταν χτυπάς το κεφάλι στον τοίχο, κερδίζει πάντα ο τοίχος».

Την μεθεπομένη, 25 Μαρτίου, η καγκελάριος εμφανίστηκε στη Μπούντεσταγκ σχεδόν σα να μην έχει συμβεί τίποτε.  Μιλά για την ατζέντα του επικείμενου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, επαινεί το Ταμείο Ανάκαμψης και τους Ευρωπαίους επιστήμονες που ανέπτυξαν το εμβόλιο, αναφέρεται στην ανάγκη βελτίωσης της Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας και τις προκλήσεις της ψηφιοποίησης, μιλά για την πανδημία, για το τρίτο κύμα, για τις διαφορετικές επιδημιολογικές καταστάσεις μεταξύ των κρατιδίων, για την ασφυξία στις ΜΕΘ.

Με αυτόν τον έμμεσο τρόπο προσπαθεί να εξηγήσει την αλλαγή πλεύσης, αφήνοντας να εννοηθεί πως δεν θα ήταν σωστό να επιβληθούν οριζόντια μέτρα.

Δεν παραλείπει επίσης να υπενθυμίσει, αναφερόμενη στην κριτική για τα τεστ στα σχολεία, πως τα τεστ δεν είναι ευθύνη της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και πως το εγχείρημα είχε αναληφθεί από τα ομόσπονδα κράτη. Και πέταξε το γάντι: «Το σύστημά μας είναι ομοσπονδιακό. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν μπορεί να διαθέσει τεστ για 40.000 σχολεία και χιλιάδες παιδικούς σταθμούς», ξεκαθάρισε. «Δεν μπορώ να αποφασίζω για τα πάντα, δεν μπορώ να κάνω τα πάντα. Αν θέλετε κάτι διαφορετικό από μένα, τότε να το πείτε».

Και δεν σταμάτησε εκεί. Είπε πως η πανδημία ανέδειξε «σοβαρές αδυναμίες» στο πολιτικό σύστημα. «Πρέπει να βελτιωθούμε ως ομοσπονδιακό σύστημα», δήλωσε, προσθέτοντας πως μια από τις αδυναμίες που αποκαλύφθηκαν σε ομοσπονδιακό επίπεδο είναι το θέμα της ψηφιοποίησης.

«Θα χρειαστεί να ζητήσουμε πολλές φορές συγγνώμη»

Με λίγα λόγια, η καγκελάριος πέρασε από την αυτοκριτική στην αυτοάμυνα. Είχε βρεθεί αντιμέτωπη με το αίτημα της αντιπολίτευσης για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση. Την ψηφοφορία είχαν ζητήσει η ακροδεξιά (AfD), η Αριστερά (Die Linke) και το Κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP), μετά την απόφαση της Μέρκελ να αποσύρει τα μέτρα και να ζητήσει συγγνώμη, προκειμένου να διαπιστωθεί αν εξακολουθεί η κυβέρνηση να έχει την εμπιστοσύνη του κοινοβουλίου.

«Δεν χρειάζεται, δεν θα το κάνω αυτό», απάντησε η καγκελάριος. «Έχω την υποστήριξη της κυβέρνησης και κατά συνέπεια και του κοινοβουλίου». Σπεύδοντας να προσθέτει ότι παρ’ όλα αυτά εξακολουθεί να καλεί τον κόσμο να παραμείνει στο σπίτι από την Μεγάλη Πέμπτη ως την Κυριακή του Πάσχα.

Πριν από έναν χρόνο, ο Γερμανός υπουργός Υγείας Γιενς Σπαν το είχε προβλέψει: «Στους επόμενους μήνες πιθανότατα θα χρειαστεί να ζητήσουμε πολλές φορές συγγνώμη ο ένας από τον άλλον».

Προφανώς επειδή γνώριζε πως οι διαφορετικές απόψεις μεταξύ των κρατιδίων θα οδηγούσαν σε μια συνολική αποτυχία.

Δεν είναι μόνο αυτό. Οι αμφιλεγόμενες και αντικρουόμενες αποφάσεις διαφόρων δικαστηρίων σε διάφορα κρατίδια, έχουν προκαλέσει μια πρωτοφανή σύγχυση. Σε σημείο που να μην γνωρίζει ποτέ κανείς αν και πού επιτρέπονται οι διαδηλώσεις και με ποιον τρόπο θα μπαίνουν τα παιδιά στις σχολικές τάξεις.

Για τις διαδηλώσεις, οι διαμαρτυρίες των δημάρχων και των αστυνομικών ενώσεων περισσεύουν.

Περίπου χίλια άτομα ετοιμάζονται να διαδηλώσουν κατά των περιορισμών την Κυριακή στο Ντάρμσταντ, με τον εκλεγμένο με τους Πράσινους δήμαρχο Γιόχεν Παρτς να μεταφέρει τον τόπο συγκέντρωσης, προκειμένου να αποφευχθεί η γειτνίασή της με κέντρο εμβολιασμού.

Όπως είπε ο δήμαρχος η συγκέντρωση δεν μπορούσε να απαγορευτεί λόγω νομικών κωλυμάτων, ενώ έχουν ανακοινωθεί άλλες τρεις συγκεντρώσεις, μία με 500 συμμετοχές και άλλες δύο με 50 άτομα η κάθε μία.

Χάος με τις δικαστικές αποφάσεις

Παράδειγμα προς αποφυγήν, η διαδήλωση και τα επεισόδια του προηγούμενου σαββατοκύριακου στην πόλη Κάσελ, όπου η αστυνομία επικρίθηκε για χαλαρή αντιμετώπιση.

Από την πλευρά τους, οι αστυνομικές ενώσεις θεωρούν υπεύθυνα για την κατάσταση τα διοικητικά δικαστήρια.

Στο Κάσελ, 1.500 αστυνομικοί βρέθηκαν αντιμέτωποι με 20.000 διαδηλωτές, που και πάλι δεν κράτησαν τα μέτρα. Με την αστυνομία της πόλης να δηλώνει ότι μια βίαιη αντιμετώπιση των διαδηλωτών θα προκαλούσε πολλούς τραυματίες και από τις δύο πλευρές.

Ο πρόεδρος των αστυνομικών τις πόλης Άντρεας Γκρουν δήλωσε πως την κύρια ευθύνη έχουν τα διοικητικά δικαστήρια που πρέπει να βρουν το θάρρος να απαγορεύουν τις διαδηλώσεις.

Από την πλευρά του, το δικαστήριο του Κάσελ ανακοίνωσε ότι είχε επιτρέψει συγκέντρωση 6.000 ατόμων και είχε απαγορεύσει συγκέντρωση 17.000 ατόμων, όπως αρχικά είχε ζητηθεί. Και πως το δικαστήριό τους δεν μπορούσε να προβλέψει ότι δύο διαφορετικές διαδηλώσεις θα ενώνονταν και θα έφθαναν στο κέντρο της πόλης, κάτι που έπρεπε να αποτρέψει η αστυνομία, η οποία, πάντα κατά τον εκπρόσωπο του δικαστηρίου, έπρεπε να είχε συγκεντρώσει περισσότερες πληροφορίες για τον αριθμό των διαδηλωτών.

Από την άλλη πλευρά, αναφέρεται ως παράδειγμα η απαγόρευση, τον περασμένο Δεκέμβριο, μιας διαδήλωσης 40.000 ατόμων στη Φρανκφούρτη, οπότε η αστυνομία μπορούσε να αναλάβει δράση εναντίον αυτών που δεν πειθάρχησαν.

Μύλος!

Δικαστήρια εναντίον δημάρχων

Όσο για τον δήμαρχο του Κάσελ, Κρίστιαν Γκεσέλ, τα έβαλε και με την Αστυνομία και με την Δικαιοσύνη, δηλώνοντας πως η πόλη του έμεινε απροστάτευτη, με 20.000 αρνητές του κορωνοϊού να συρρέουν εκεί από άλλες περιοχές.

Και βέβαια, έκανε αναφορά και στη στάση του εκεί δικαστηρίου. Όπως είπε, ενώ ο ίδιος είχε απαγορεύσει όλες τις συγκεντρώσεις, σε τέσσερις περιπτώσεις το διοικητικό δικαστήριο του Κάσελ ακύρωσε τις αποφάσεις του, αποδεχόμενο τις αιτιάσεις των οργανωτών των διαδηλώσεων.

«Νομικά έκανα ό,τι μπορούσα», είπε ο δήμαρχος. Αλλά τελικά, το δικαστήριο επέτρεψε μια συγκέντρωση 6.000 ατόμων και άλλη μια των 1.000 ατόμων, αρκεί να τηρούν τις αποστάσεις και να φοράνε μάσκα. Προφανώς κάτι τέτοιο δεν ήταν δυνατόν να συμβεί. Οι αρνητές ούτε τις αποστάσεις κρατούν, ούτε μάσκες φορούν. Και αυτό το γνωρίζουν όλα τα δικαστήρια. Και δεν μετράνε τους συμμετέχοντες, που τελικά ήταν 20.000.

Κατόπιν εορτής, το δικαστήριο δήλωσε πως κατά την διαδικασία δεν… δόθηκε η εντύπωση ότι οι συγκεντρωμένοι θα ξεπερνούσαν τους 20.000!

Οπότε με τέτοιες δικαστικές αποφάσεις, η αστυνομία αφήνει τα πράγματα να κυλήσουν. Πολύ περισσότερο που οι εκπρόσωποί της υπενθυμίζουν πως αν η μη χρήση της μάσκας επισύρει απλά ένα διοικητικό πρόστιμο, τότε αναλογικά δεν μπορούν να γίνουν πολλά πράγματα.

«Αυτό που συνέβη ήταν ένα χαστούκι στο πρόσωπο της πόλης», δήλωσε ο δήμαρχος. «Λάβετε υπόψη πως οι διαδηλωτές έχουν τεράστια υλικοτεχνική υποστήριξη. Ναυλώνουν λεωφορεία, κλείνουν δωμάτια σε ξενοδοχεία, φέρνουν μαζί τους γιγαντοοθόνες και σκηνές. Τα ομοσπονδιακά κράτη πρέπει κάτι να κάνουν».

Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, οι αρνητές ετοιμάζονται για νέο κύκλο διαμαρτυριών για τις αρχές Απριλίου.

Τα μέτρα ακυρώνονται εν ριπή οφθαλμού

Και δεν είναι μόνο οι διαδηλώσεις. Στις 16 Οκτωβρίου του 2020, το διοικητικό δικαστήριο του Βερολίνου ακύρωσε την υποχρέωση που είχε επιβληθεί στα μπαρ και τα εστιατόρια της γερμανικής πρωτεύουσας να παραμένουν κλειστά καθημερινά από τις ένδεκα το βράδυ ως τις έξι το πρωί, στο πλαίσιο των περιοριστικών μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Στο δικαστήριο είχαν προσφύγει Βερολινέζοι εστιάτορες που αντιτίθενται σ' αυτούς τους νυκτερινούς περιορισμούς, οι οποίοι είχαν επιβληθεί από τις 10 Οκτωβρίου.

Πριν από λίγες μέρες, στις 22 Μαρτίου η τοπική κυβέρνηση της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας υποχρεώθηκε να αποσύρει τους περιορισμούς που είχαν επιβληθεί στις 8 Μαρτίου στο λιανεμπόριο, μετά από απόφαση του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου του κρατιδίου. Σύμφωνα με την απόφαση, τόσο ο περιορισμός του αριθμού των πελατών όσο και η υποχρέωση ραντεβού, παραβιάζουν την συνταγματική αρχή της ίσης μεταχείρισης. Στο δικαστήριο είχε προσφύγει το τοπικό κατάστημα της Media Markt.

Δεν είναι αυτή η μοναδική περίπτωση. Στα 16 γερμανικά ομόσπονδα κρατίδια όλο και περισσότερες μεγάλες ή μικρότερες επιχειρήσεις προσφεύγουν τα δικαστήρια, που αντιμετωπίζουν κύμα αγωγών.

Κάθε φορά, οι τοπικές κυβερνήσεις υποχρεώνονται στην έκδοση νέων διαταγμάτων με τα δικαστήρια να επιστρέφουν, εκδίδοντας νέες αποφάσεις, συχνά διαφορετικές από τις προηγούμενες, επικαλούμενα τις έκτακτες συνθήκες.

Χάος και στα σχολεία

Μια σειρά δικαστικές αποφάσεις δημιουργούν διαφορετικές ταχύτητες και στον τρόπο λειτουργίας των σχολείων.

Στη Σαξονία, το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο απέρριψε προσφυγή πολιτών και έκρινε νόμιμο το διάταγμα βάσει του οποίου στις τάξεις μπορούν να εισέρχονται μόνο μαθητές με αρνητικό τεστ – με εξαίρεση τα παιδιά του Δημοτικού.

Στη Ρηνανία-Παλατινάτο, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε νόμιμο το διάταγμα για υποχρεωτική παρακολούθηση των μαθημάτων στα δημοτικά σχολεία με φυσική παρουσία. Είχε προσφύγει μία μητέρα που υποστήριζε πως τα μικρά παιδιά δεν μπορούν να κρατήσουν τις αποστάσεις, ζητώντας να κρατήσει στο σπίτι τον εξάχρονο γιο της που πάσχει από άσθμα. Το δικαστήριο αποφάνθηκε πως σε μεμονωμένες περιπτώσεις τα παιδιά μπορούν να εξαιρούνται από την παρακολούθηση προσκομίζοντας το ανάλογο ιατρικό πιστοποιητικό.

Νόμιμο στη Βεστφαλία, παράνομο στο Βερολίνο!

Αλλά η εξ αποστάσεως διδασκαλία – ένα θέμα που απασχολεί αυτόν τον καιρό πολλά γερμανικά δικαστήρια - κρίθηκε πρόσφατα νόμιμη στον Βόρειο Ρήνο – Βεστφαλία και παράνομη στο Βερολίνο. Και στις δύο περιοχές, στην Δικαιοσύνη είχαν προσφύγει μαθητές. Και στις δύο περιοχές οι τοπικές κυβερνήσεις υποχρεώθηκαν να αναθεωρήσουν τις αποφάσεις τους.

Άλλα δικαστήρια αποφασίζουν πως η εξ αποστάσεως διδασκαλία είναι δύσκολη για τα παιδιά του Δημοτικού και ευκολότερη για τα μεγαλύτερα παιδιά.

Και το δικαστήριο του Ρέγκενσπουργκ, στη Βαυαρία, αποφάνθηκε ότι αν τα σχολεία προτιμήσουν την εξ αποστάσεως εκπαίδευση, τότε οι μαθητές δεν μπορούν να ζητούν την παροχή βιντεοσκοπημένων μαθημάτων ώστε να μην υπάρχουν περικοπές στο πρόγραμμα.

Σε μια άλλη περίπτωση, το δικαστήριο της Θουριγγίας αποφάνθηκε πως τα έξοδα των υπολογιστών των μαθητών έπρεπε να καλυφθούν από το Εργατικό Κέντρο. Στο δικαστήριο είχε προσφύγει η μητέρα ενός κοριτσιού, υποστηρίζοντας ότι το χαμηλό της εισόδημα δεν της επιτρέπει να αγοράσει στην κόρη της τον αναγκαίο εξοπλισμό. Το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η μαθήτρια έχει ανάγκη εξοπλισμού αξίας 500 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου και ενός εκτυπωτή. Κατ’ ανώτατο όριο, αφού απέρριψε αίτημα για εξοπλισμό των 720 ευρώ, καθώς, σύμφωνα με την απόφαση, το δικαίωμα αφορά στην ικανοποίηση των βασικών αναγκών.

Ενδιαφέρουσα είναι και η περίπτωση της προσφυγής της Ένωσης Εκπαιδευτικών ενώπιον του δικαστηρίου της πόλης Κομπλέντς, με αίτημα να λειτουργήσουν τάξεις με τους μισούς μαθητές. Το αίτημά τους απορρίφθηκε και αμέσως μετά προσέφυγαν στο Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της Ρηνανίας – Παλατινάτου.

Με λίγα λόγια, στη Γερμανία επικρατεί ένα απέραντο δικαστικό κομφούζιο, με αποτέλεσμα διατάγματα να καταργούνται, μέτρα να μπαινοβγαίνουν και την πολιτική τάξη να ανακαλύπτει πως η πανδημία αποκάλυψε τις αδυναμίες του συστήματος συνολικά!

Αυτά για όσους μας παρουσιάζουν ως ιδανικά όλα τα διαλυτικά συστήματα της υφηλίου. Με βασικό σκοπό να διαλυθεί η Ελλάδα…